Η Ενόργανη Γυμναστική είναι άθλημα που εμποδίζει την ανάπτυξη του παιδιού?

Ένας μύθος που κυκλοφορεί και προβληματίζει   γονείς  και παιδιά αποτρέποντας τους από το συγκεκριμένο άθλημα. Άλλωστε το μύθο επιβεβαιώνει ο «λογικός» συνειρμός στον οποίο οδηγούμαστε παρατηρώντας τη σωµατική κατασκευή των αθλητών και αθλητριών της ενόργανης γυμναστικής σε επίπεδο πρωταθλητισμού.

Ο ίδιος συνειρμός θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι όσοι παίζουν μπάσκετ από μικροί ψηλώνουν!

Θα μπορούσε η φύση της προπόνησης ή η καθηµερινή και πολύωρη προπόνηση από µικρή ηλικία να εµποδίσει τη φυσιολογική ανάπτυξη?

Η αλήθεια είναι ότι ο σωματότυπος  σε πολλά αθλήματα καθορίζει και τη δυνατότητα των παιδιών να διαπρέψουν σε αυτά.

Άλλωστε το ύψος καθορίζεται από μια σειρά παραγόντων μεταξύ των οποίων κυριότεροι είναι η κληρονομικότητα και η διατροφή.

Σε έρευνες, αρχικά στην Ελλάδα (Ντάνης 1986) και στη συνέχεια στη Γερµανία (Ντάνης 1988), συγκεντρώθηκαν στοιχεία της σωµατικής ανάπτυξης, καθώς επίσης και του αναστήµατος των γονέων, από αθλητές /αθλήτριες της ενόργανης γυµναστικής ηλικίας 7-18 ετών και από συνοµήλικούς τους µη αθλούµενους µαθητές /µαθήτριες. Στην ανάλυση των δεδοµένων φάνηκε ότι διαφορές στο σωµατικό ύψος ανάµεσα στους αθλητές /αθλήτριες και µαθητές /µαθήτριες υπήρχαν ήδη από τις µικρές ηλικίες των 7 ετών, που οφειλόταν φυσικά στην επιλογή «µικρόσωµων» παιδιών. Ακόµα, σ’ όλες τις ηλικίες το µέσο ύψος των γονέων των αθλητών /αθλητριών της ενόργανης γυµναστικής ήταν σηµαντικά µικρότερο από το µέσο ύψος των γονέων των µαθητών /µαθητριών, ενώ επιπλέον διαπιστώθηκε οµοιότητα στη συσχέτιση του ύψους των αθλητών /αθλητριών και των µαθητών /µαθητριών µε το µέσο ύψος των γονέων τους. Αυτά τα δεδοµένα δείχνουν ότι υπάρχει µια κληρονοµική προδιάθεση για χαµηλότερο ανάστηµα στην ενόργανη γυµναστική σε σχέση µε το µέσο ανάστηµα του πληθυσµού. Τόσο στις παραπάνω έρευνες όσο και σε άλλες δηµοσιεύσεις (Peltenburg et al. 1984, Theintz et al. 1989) δεν αποδείχθηκε καµιά επίδραση της προπόνησης στο τελικό ανάστηµα των αθλητών και αθλητριών της ενόργανης γυµναστικής.

Στην ενόργανη το χαμηλό κέντρο βάρους βοηθά και γι αυτό επιλέγονται για πρωταθλητισμό  παιδιά που είναι χαμηλότερα. Με βάση την ηλικία, το σωματότυπο και την κληρονομικότητα ένας έμπειρος προπονητής μπορεί να προβλέψει τη σωματική ανάπτυξη του παιδιού και να το κατευθύνει ανάλογα.

Η ενόργανη γυμναστική με την  ποικιλία των ασκήσεων που εκτελούνται και με τα όργανα που χρησιμοποιούνται, με βάση έρευνες προκαλεί σημαντική αύξηση της οστικής πυκνότητας στη σπονδυλική στήλη και το ισχίο παιδιών προ εφηβικής ηλικίας, ενώ ταυτόχρονα ενισχύεται σημαντικά και το μυϊκό σύστημα.

Εν κατακλείδι λοιπόν η ενόργανη γυμναστική όχι μόνο δεν εμποδίζει την ανάπτυξη του ύψους των παιδιών αλλά βοηθά το σώμα, οστά και μύες, να ανταπεξέλθει στο ύψος που θα πάρει.

Ποια είναι η σωστότερη ηλικία για να ξεκινήσει ένα παιδί ενόργανη γυμναστική?

Από την ηλικία των 5-6 ετών ένα παιδί που ξεκινά να’ ασχολείται µε την ενόργανη γυµναστική αποκτά, µέσα από την ποικιλία του κινητικού περιεχοµένου που του παρέχεται, µια πολύπλευρη καλλιέργεια των κινητικών του δεξιοτήτων και των φυσικών του ικανοτήτων, πετυχαίνοντας µια «άριστη» ψυχοσωµατική ανάπτυξη.

Το κινητικό περιεχόµενο  της αρχικής (εισαγωγικής) φάσης στην ενόργανη γυµναστική µε τις πολλές προασκήσεις και ασκήσεις παιγνιώδους µορφής, που στοχεύουν στη βελτίωση της µυϊκής αίσθησης, της ισορροπίας, της αντίληψης, του προσανατολισµού, της φαντασίας, της αποφασιστικότητας, καθώς επίσης και στην ανάπτυξη της σχετικής δύναµης, της ευλυγισίας και της ταχύτητας, αποτελεί ίσως το καλύτερο µέσο ψυχοκινητικής αγωγής και βελτίωσης της κινητικής συµπεριφοράς του παιδιού προσχολικής (4-6 ετών) και πρώτης σχολικής ηλικίας (6-9 ετών).

Οι τυποποιηµένες ασκήσεις της ενόργανης γυµναστικής µπορούν να διδάσκονται και να βελτιώνονται τεχνικά στις µεγαλύτερες ηλικίες. Έτσι λοιπόν η ενόργανη γυµναστική που στόχο έχει την πολύπλευρη καλλιέργεια των κινητικών δεξιοτήτων και την µάθηση απλών και σύνθετων ασκήσεων έχει δύο διαστάσεις .Η µια διάσταση αφορά το πολύπλευρο κινητικό περιεχόµενο παιγνιώδους µορφής για τις µικρότερες ηλικίες(σαν προχωρηµένα κινητικά ερεθίσµατα στην ψυχοκινητική αγωγή) και η άλλη διάσταση το τυποποιηµένο περιεχόµενο προασκήσεων και ασκήσεων για τις µεγαλύτερες ηλικίες.

Οι αθλητές της ενόργανης γυµναστικής διακρίνονται για τη γρήγορη µάθηση της τεχνικής άλλων αθληµάτων, η οποία εξηγείται από την πληθώρα των κινητικών δεξιοτήτων που έχουν αποκτήσει κατά την προπόνησή τους και κατά συνέπεια από την πλατειά και πολύπλευρη κινητική κατανόηση που διαθέτουν.

Πως επιδρά η ενόργανη γυμναστική στη βελτίωση των φυσικών ικανοτήτων και κινητικών δεξιοτήτων?

Για να κατανοήσουµε καλύτερα την επίδραση της ενόργανης γυµναστικής στις φυσικές ικανότητες θα πρέπει να εξετάσουµε την επίδραση των επιµέρους κινητικών δραστηριοτήτων που περιέχονται στηn ενόργανη γυµναστική.

Μέσα από την εξάσκηση, κυρίως στις βασικές κινητικές δραστηριότητες, οι οποίες θεωρούνται η βάση και προϋπόθεση για όλες τις ασκήσεις της ενόργανης γυµναστικής, όπως φυσικά και µέσα από το υπόλοιπο κινητικό περιεχόµενο της ενόργανης γυµναστικής, βελτιώνονται οι κινητικές δεξιότητες .

Η βελτίωση των κινητικών δεξιοτήτων είναι ένα έµµεσο αποτέλεσµα, που ως ένα βαθµό στηρίζεται στη βελτίωση της µυϊκής δύναµης, της κινητικότητας των αρθρώσεων και της ελαστικότητας των µυών (ευλυγισία) και της ταχύτητας της κίνησης. Έτσι λοιπόν έχουµε µια «άµεση» βελτίωση των φυσικών αυτών ικανοτήτων.

 Η µυϊκή δύναµη (µέγιστη δύναµη και µυϊκή αντοχή) βελτιώνεται πολύπλευρα επειδή ενεργοποιούνται µυϊκές οµάδες µε επιβαρύνσεις που δεν είναι συνηθισµένες (κυρίως των άνω άκρων και του κορµού). Οι αντιστάσεις (µε το βάρος του σώµατος) είναι πολύ µεγαλύτερες από τις καθηµερινές – φυσιολογικές δραστηριότητες, ξεπερνώντας το κατώφλι ερεθίσµατος, ικανού για µυϊκή προσαρµογή. Έτσι αν και πρόκειται για κινητικές δραστηριότητες που δεν επαναλαµβάνονται συστηµατικά (όπως στην προπόνηση δύναµης), αλλά ελεύθερα υπό µορφή παιγνιώδους αρχικά δραστηριότητας (κάθε παιδί εκτελεί όσο µπορεί και δεν φθάνει στην εξάντληση), είναι εµφανής η βελτίωση της σχετικής δύναµης που βασίζεται κυρίως στη βελτίωση του νευροµυϊκού συντονισµού .

Οι ασκήσεις ευλυγισίας, εκτός από τις τυπικές θέσεις – στάσεις της ενόργανης γυµναστικής (σπακάτο, γέφυρα κλπ.), είναι αναπόσπαστο µέρος του µαθήµατος στην ενόργανη γυµναστική. Αφ’ ενός στην ηλικία του δηµοτικού σχολείου η ευλυγισία επιδέχεται µεγάλη παρέµβαση (λόγω της ανάπτυξης και της ελαστικότητας που έχουν οι µύες και οι σύνδεσµοι), αφ’ ετέρου µέσω της ευλυγισίας παρέχονται καλύτερες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των µετέπειτα κινήσεων.

Στην ενόργανη γυµναστική επειδή οι απαιτήσεις των κινήσεων σε καλή ευλυγισία (ακόµη και στις βασικές κινητικές δραστηριότητες) είναι µεγαλύτερες, και επιπλέον η φύση της εξάσκησης είναι πιο κοντά σε σχέση µε άλλα αντικείµενα, οι ασκήσεις ευλυγισίας είναι καθιερωµένο µέρος του µαθήµατος. Η ευλυγισία αναφέρεται στο εύρος της κινητικότητας των αρθρώσεων, η οποία εξαρτάται από την ελαστικότητα των µυών, τενόντων και συνδέσµων που περιβάλλουν τις αρθρώσεις. Οι διατάσεις και η παραµονή στις ακραίες θέσεις του εύρους κίνησης των αρθρώσεων οδηγούν σε γρήγορα αποτελέσµατα βελτιώνοντας την ευλυγισία, ειδικά στις µικρές τάξεις του δηµοτικού σχολείου.

Η βελτίωση τέλος της κινητικής συµπεριφοράς µε τη βελτίωση του νευροµυϊκού συντονισµού έχει σαν αποτέλεσµα όχι µόνο την άνεση και αισθητική της κίνησης, αλλά και την ταχύτερη εκτέλεση της κίνησης. Στις άκυκλες κινήσεις (κινήσεις που γίνονται µια φορά και δεν επαναλαµβάνονται) η ταχύτητα σε µεγάλο βαθµό εξαρτάται από τον νευροµυϊκό συντονισµό και τη δύναµη των µυών. Έτσι ένα έµµεσο αποτέλεσµα µέσα από τη βελτίωση της δύναµης και της κινητικής επιδεξιότητας στην ενόργανη γυµναστική είναι και η βελτίωση της ταχύτητας στις άκυκλες κινήσεις.

Είναι πιο εύκολοι οι τραυματισμοί στην ενόργανη γυμναστική?

Ένα θέµα που τίθεται συχνά µε αιτία τον ακροβατικό χαρακτήρα των ασκήσεων στην ενόργανη γυµναστική είναι η πιθανότητα κακώσεων και τραυµατισµών στους αθλητές και τις αθλήτριες. Η µικρή ηλικία έναρξης της προπόνησης ενισχύει ακόµη περισσότερο την άποψη ότι η ενόργανη γυµναστική προκαλεί πολλούς τραυµατισµούς στην πορεία της ανάπτυξης των παιδιών – αθλητών που ταυτόχρονα είναι και πορεία εποικοδοµητικής προπόνησης.

Στη συχνότητα τραυµατισµών η ενόργανη γυµναστική φαίνεται να βρίσκεται αρκετά πίσω από τις πρώτες θέσεις, τις οποίες καταλαµβάνουν άλλα αθλήµατα, όπως το ποδόσφαιρο, το χάντµπωλ, το µπάσκετ κ.α. Βέβαια, η ποσοστιαία αναλογία τραυµατισµών δεν αντικατοπτρίζει την πραγµατική εικόνα της επικινδυνότητας κάθε αθλήµατος. Μια πιο αντιπροσωπευτική εικόνα δίνεται αν δούµε τους τραυµατισµούς ανά 100 αθλούµενους. Και σ’ αυτή την περίπτωση όµως στις πρώτες θέσεις βρίσκονται το ποδόσφαιρο, το µπάσκετ, το χάντµπωλ. Εποµένως πρέπει να απορρίψουµε τις εικασίες επικινδυνότητας για την ενόργανη γυµναστική, οι οποίες δεν έχουν βάση αλήθειας.

Από την άλλη πλευρά οι ασκήσεις της ενόργανης γυµναστικής απαιτούν ένα πολύ ψηλό επίπεδο συντονισµού κινήσεων στο χώρο και στο χρόνο, ψηλό βαθµό κιναίσθησης και χωροαντιληπτικής ικανότητας, πολύ καλή αίσθηση ρυθµού και ισορροπίας, άριστη αξιοποίηση των αντανακλαστικών, ψηλό επίπεδο σχετικής δύναµης και πολύ καλή ευλυγισία. Συµµετέχοντας κάποιος λοιπόν στις διαδικασίες της προπόνησης στην ενόργανη γυµναστική αποκτά µια πολύπλευρη κινητική επιδεξιότητα, η οποία πλαισιώνεται από πάρα πολλές κινητικές εµπειρίες τις οποίες σπάνια συναντάµε σε άλλα αθλήµατα.

Έτσι δικαιολογηµένα η ενόργανη γυµναστική θεωρείται η βάση όλων των αθληµάτων, αποκτώντας δηλαδή κάποιος τα κινητικά εφόδια της προετοιµασίας στην ενόργανη γυµναστική µπορεί να αποδώσει περισσότερο σε κάποιο άλλο άθληµα µε το οποίο ενδεχοµένως θ’ ασχοληθεί στη συνέχεια.